Η επιστημονική ορολογία του kitesurf αποτελεί συχνά εμπόδιο για την πλήρη κατανόηση του αθλήματος του kitesurf από το ευρύ κοινό.
Ορολογία του kitesurf
Άντωση – lift: είναι το σύνολο των δυνάμεων που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της πτήσης του αετού λόγω της ροής του αέρα πάνω σε αυτόν. Εμφανίζεται ως δύναμη στο κέντρο πιέσεων της πτέρυγας και είναι το άνυσμα (η δύναμη) που έχει φορά προς τα πάνω.
Advanced: αναβάτης με πολύ καλό επίπεδο ή εξάρτημα που απευθύνεται σε προχωρημένους αναβάτες.
Aρτανοκόφτης – kite knife: χειρολαβή με ενσωματωμένη στο άκρο της λάμας σε σχήμα ανάποδου U, με την οποία ο αναβάτης μπορεί να πιάσει και να κόψει τα σχοινιά του αετού σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, χωρίς να υπάρχει κίνδυνος να αυτοτραυματιστεί.
Aspect ratio (AR) – λόγος δύο διαστάσεων: είναι ο λόγος του τετραγώνου του μήκους του ανοίγματος του αετού προς το πλάτος αυτού. Ο λόγος αυτός καθορίζει την παρεχόμενη δύναμη, την ταχύτητα και τη στροφή κατά την πτήση του αετού. Οι αετοί με μεγαλύτερο AR είναι ταχύτεροι από εκείνους με χαμηλότερο AR. Οπτικά, οι αετοί με μεγάλο AR προσομοιάζουν στο σχήμα με μπανάνα, είναι, δηλαδή, πολύ στενοί στο κέντρο τους και πολύ μακρύς στα tips του αετού ή, αλλιώς, στα ακροπτερύγια. Οι αετοί με μικρό AR μοιάζουν περισσότερο με αβγό, δηλαδή έχουν πλατύ κέντρο ενώ τα ακροπτερύγια είναι κοντά και πλατιά.
Aσύμμετρο: συνήθως σκάφος (twin tip) με διαφορετικού μήκους και σχήματος πλευρές. Μπορεί να οδηγηθεί και από τις δύο πλευρές, προκειμένου να βοηθά τον αναβάτη σε διάφορες συνθήκες πλεύσης.
Βαλβίδα: ειδικά διαμορφωμένος πλαστικός σωλήνας που επιτρέπει στον αέρα να μπει εύκολα αλλά όχι να βγει, για να φουσκώσει και να δώσει το ανάλογο σχήμα στον αετό.
Beach start: εκκίνηση από την παραλία ή αβαθή νερά με το ένα πόδι να πατά στο σκάφος και το άλλο μέχρι το γόνατο στο νερό.
Beginner: αρχάριος αναβάτης ή εξοπλισμός ενδεικνυόμενος για αυτόν.
Body drag: όταν ο αναβάτης οδηγεί τον αετό με το σώμα του στο νερό χωρίς τη χρήση σκάφους και, κατά συνέπεια, ο αετός τον τραβάει στην επιφάνεια του νερού. Απαραίτητο στάδιο για την εκμάθηνση της πτήσης και της χρήσης του αετού στο νερό.
Bridle (σχοινιά): Είναι η ειδική συνδεσμολογία των σχοινιών, που ενώνουν κάποια σημεία του χείλους εκφυγής (trailing edge) του αετού με το αντίθετο tip του χείλους προσβολής (leading edge) συνήθως σε 2-line αετούς για να μπορεί έτσι να λειτουργεί ένα μέρος του trailing edge (χείλους εκφυγής) ως πηδάλιο, για να μπορούν να στρίψουν οι αετοί του τύπου αυτού, που ελέγχονται μόνο με 2 σχοινιά.
Choppy water: κατάσταση θάλασσας με μικρό κοφτό κυματισμό.
Γάντζος – harness: εξάρτημα σε σχήμα πλατιάς ζώνης ή καθίσματος, που φορά ο αναβάτης γύρω από τη μέση για να είναι συνδεδεμένος με την ειδική συνδεσμολογία που υπάρχει για το σκοπό αυτό στη μάτσα του αετού που πετά. Μεταφέρει την περισσότερη από τη δύναμη του αετού στο κυρίως σώμα του αναβάτη, επιτρέποντας έτσι την εύκολη χρήση του αετού και την αργή κόπωση των χεριών και του σώματος.
Γωνία προσβολής – Αngle of Αttack (AΟA): η γωνία που σχηματίζεται από τη διεύθυνση του σχετικού ανέμου ή της τροχιάς πτήσεως του αετού με την χορδή της αεροτομής του.
Δέστρα – footstrap: πλατύς ιμάντας με ρυθμίσεις, ντυμένος με μαλακό κάλυμμα προστασίας neopren, που συγκρατεί τα πόδια του αναβάτη πάνω στο σκάφος.
Deck: το επάνω μέρος των kiteboards, όπου υπάρχουν θέσεις για να βιδωθούν οι δέστρες και η θέση του leash plug.
Donkey–kick: άλμα, κατά το οποίο ο αναβάτης στρέφει το σκάφος και τεντώνει τα πόδια του πλάγια.
Depower: ειδική συνδεσμολογία ικανή να αυξομειώσει την παρεχόμενη από τον αετό δύναμη κατά τη διάρκεια της πτήσης με την χρήση της ειδικής μάτσας σε 4-line αετούς. Ο αετός αποδυναμώνεται επειδή με την ανάλογη ρύθμιση αλλάζει η γωνία προσβολής του και παράλληλα η δύναμη που χρησιμοποιεί ο αναβάτης.
Directional: είναι σκάφος που μοιάζει με μικρό σκάφος του windsurf, με δέστρες στο πίσω κι επάνω μέρος και ανασηκωμένη πλώρη. Εχει 2, 3 ή ακόμη και 4 φινάκια στο πίσω και κάτω μέρος του. Οδηγείται κατά κανόνα προς τη μία μόνο πλευρά, αυτή της μύτης. Για να στρίψει απαιτείται μπόντζα.
Donkey–kick: άλμα, κατά το οποίο ο αναβάτης στρέφει το σκάφος και τεντώνει τα πόδια του πλάγια.
Drag (οπισθέλκουσα): είναι η προβαλλόμενη αντίσταση στο σκάφος ή στον αετό κατά τη διάρκεια της κίνησής τους μέσα στον αέρα ή στο νερό και είναι αυτή, που έχει ως αποτέλεσμα την επιβράδυνσή τους. Προέρχεται από το σχήμα του αετού ή του σκάφους και ο σωστός όρος είναι συντελεστής οπισθέλκουσας.
Downwind – δευτερόπριμα: η πλεύση κατά την οποία η γωνία με τον σχετικό άνεμο είναι περίπου 135 μοίρες.
Edging (κόγχιασμα): η οδήγηση του σκάφους με την προσήνεμη κόγχη βυθισμένη στο νερό.
Flat area: το μέγεθος της επιφάνειας του αετού σε τετραγωνικά μέτρα, όταν αυτός είναι απλωμένος σε έδαφος.
Foil (ram air foil): τύπος αετού χωρίς σταθερό σκελετό αποτελείται από πολλά μικρά τμήματα και αποκτά το τελικό του σχήμα αφού γεμίσουν οι κυψέλες με αέρα.
Ζενίθ – Zenith: το σημείο ακριβώς πάνω από το κεφάλι του αναβάτη. Εκεί, ο αετός ισορροπεί ενώ έχει την λιγότερη δυνατή άντωση που είναι ίση και αντίθετη με το βάρος του αετού και το βάρος του αναβάτη που τον κατευθύνει.
Θερμικός άνεμος – thermal wind: άνεμος που δημιουργείται από τη διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ στεριάς και θάλασσας κι εμφανίζεται τις πρώτες πρωινές ώρες ή τις μεσημεριανές ώρες και όταν η διαφορά θερμοκρασίας γίνεται μεγάλη (απώγειος ή θαλάσσια αύρα).
Intermediate: μέσος αναβάτης.
Kαντιλίτσα: είδος κόμπου που χρησιμοποιείται για τη σύνδεση σχοινιού με σταθερό σημείο. Εχει κύρια χαρακτηριστικά την ασφάλεια στο δέσιμο και την ταχύτητα στο λύσιμο του κόμπου.
Κατάπριμα – running: Δύσκολη και ασταθής πλεύση κατά την οποία ο άνεμος έρχεται κατευθείαν από πίσω.
Κέβλαρ σχοινί: πολύ ισχυρό νήμα. Κλασικό πολυεστερικό περίβλημα προστατεύει ίνες κέβλαρ που είναι ιδιαίτερα ανθεκτικές και κόβονται με δυσκολία. Χρησιμοποιείται κατά κανόνα στα bridle και reactive lines.
Κόλλα: για την επισκευή των φουσκωτών τμημάτων του αετού (bladders) ενδείκνυται συγκεκριμένος τύπος κόλλας, κατάλληλος για μαλακό PVC. Οι υπόλοιπες κόλλες καταστρέφουν και σκληραίνουν το υλικό.
Κόμβος: ένα ναυτικό μίλι ανά ώρα. Μονάδα μέτρησης της ταχύτητας, που χρησιμοποιείται κατά κανόνα για μέτρηση της ταχύτητας του ανέμου. 1 κόμβος = 1.852 χλμ/ώρα = 0.514 μ/δευτ = 1.15 μίλια/ώρα.
Κοιλιά (slag): όταν τα σχοινιά δεν στέκονται ευθεία, αλλά χαλαρώνουν δημιουργώντας κοιλιά προς τα πίσω (αντίθετη με το ίχνος κίνησης του αετού). Εντονο φαινόμενο σε φθηνά σχοινιά που έχουν μεγάλη διατομή, δηλαδή κακή αεροδυναμική, μεγάλο βάρος και μικρό όριο θραύσης.
Μπαλόνι (bladder): τα μαλακά πλαστικά τμήματα των φουσκωτών αετών που φουσκώνονται με τρόμπα χειρός και δίνουν στον αετό το επιθυμητό εξωτερικό συνολικό σχήμα αυτού και την απαραίτητη πλευστότητα.
Λίτρα: η μονάδα μέτρησης του όγκου. Το σύνολο των λίτρων του σκάφους καθορίζει τον εκτοπίζομενο από το σκάφος όγκο και δίνει τα χαρακτηριστικά πλευστότητας του κάθε σκάφους.
Λούμπα – lull: το αντίθετο της σπηλιάδας, απότομη μείωση του ανέμου για δεδομένο χρονικό διάστημα.
leader lines: τα σχοινιά που ξεκινούν από τη μάτσα και είναι μεγαλύτερης διαμέτρου από εκείνα που ακολουθούν. Η μεγαλύτερη αυτή διάμετρος αποτρέπει ενδεχόμενους τραυματισμούς στα χέρια του αναβάτη, στην περίπτωση που αυτός έρθει σε επαφή με τα σχοινιά αυτά κατά τη διάρκεια προσπάθειας απογείωσης από το νερό ή από τη στεριά χωρίς βοήθεια.
Leading edge: χείλος προσβολής, ή το μπροστινό μέρος κάθε πτέρυγας που πετάει, συνήθως αναφέρεται έτσι το κεντρικό μπαλόνι του αετού.
Μάτσα – bar: αλουμινένια ή carbon στρογγυλή μπάρα, καλυμένη με μαλακό προστατευτικό περίβλημα, που χρησιμοπιείται για την πλοήγηση του αετού, στην οποία είναι συνδεδεμένα τα πρώτα μέτρα των σχοινιών (leader lines).
Μποφώρ: κλίμακα μέτρησης της ισχύος του ανέμου από το 0 έως το 12. Πήρε το όνομά της από τον Sir Francis Beaufort. Η μέτρηση αυτή περιγράφει την κατάσταση της επιφάνειας της θάλασσας σε αντίστοιχη ένταση ανέμου.
Μπαλόνι (bladder): τα μαλακά πλαστικά τμήματα των φουσκωτών αετών που φουσκώνονται με τρόμπα χειρός και δίνουν στον αετό το επιθυμητό εξωτερικό συνολικό σχήμα αυτού και την απαραίτητη πλευστότητα.
Μπότζα – jibe: η στροφή δευτερόπριμα με ταυτόχρονη αλλαγή ποδιών στο directional σκάφος
Μπότα – binding: σφιχτή δέστρα σε σχήμα μπότας, που χρησιμοποιείται στα wakeboards σκάφη και συγκρατεί τα πόδια του αναβάτη μονίμως συνδεδεμένα με το σκάφος.
Ναυτικό μίλι: 1852 μέτρα, 6067 πόδια ή 1.15 μίλια.
Ουδέτερη ζώνη: η άκρη στο wind window όπου ο αετός έχει σχετικά λίγη δύναμη.
Ορτσάρω – upwind: όταν το σκάφος ή ο αετός ή και τα δύο μαζί πηγαίνουν όσο περισσότερο γίνεται προς την κατεύθυνση του ανέμου.
Off – shore (στεριανός) άνεμος: όταν η κατεύθυνση του ανέμου είναι κάθετη από τη στεριά προς τη θάλασσα.
On – shore άνεμος: όταν η κατεύθυνση του ανέμου είναι κάθετα από τη θάλασσα προς την ξηρά
On – shore άνεμος: όταν η κατεύθυνση του ανέμου είναι κάθετα από τη θάλασσα προς την ξηρά
Off–the–lip: όταν ο αναβάτης στρίβει στην κορυφή του κύματος.
Οver: όταν ο εν χρήση αετός είναι μεγαλύτερος σε μέγεθος από τον επιβαλλόμενο ανάλογα με την ισχύ του ανέμου, τις ικανότητες και το βάρος του αναβάτη και, κατά συνέπεια, σχεδόν αδύνατον να ελεγχθεί από αυτόν.
Πατάκι – pad: αφρώδες μαλακό υλικό, κολλημένο στο σκάφος, πάνω στο οποίο τοποθετεί τα πόδια του ο αναβάτης. Απορροφά τους κραδασμούς και κάνει ευχάριστη την πλεύση.
Πλαγιοδρομία – reaching: όταν η γωνία της πλεύσης είναι περίπου 90 μοίρες αναφορικά με τη διεύθυνση του του σχετικού άνεμου.
Πλανάρω – plane: η ταχύτητα κατά την οποία το σκάφος ξεκολλά από το νερό, μειώνει την βρεχόμενη επιφάνειά του κι αποκτά υδροδυναμικά χαρακτηριστικά που το στηρίζουν και το κατευθύνουν.
Προσήνεμος – windward: αναφέρεται στην πλευρά, που βρίσκεται κοντύτερα από εκεί, που φυσά ο άνεμος.
Ram Air: αετοί με μορφή πτέρυγας χωρίς σταθερό σκελετό, οι οποίοι παίρνουν το σχήμα τους, ενώ πετούν από τον αέρα, που εισέρχεται στις κυψέλες, που δημιουργούν κάθετοι νομείς από υφάσμα, που ενώνουν την πάνω με την κάτω επιφάνεια του υφάσματος της πτέρυγας.
Port – αριστερήνεμος: ναυτικός όρος, που σημαίνει αριστερά, συμβολίζεται με κόκκινο. Port tack είναι όταν ο αναβάτης πλέει και έχει ως μπροστινό χέρι στη μάτσα το αριστερό του. Το αντίθετο είναι το starboard tack.
Power window: το τερτατημόριο της σφαίρας, που βρίσκεται μπροστά από τον αναβάτη, όταν αυτός στέκεται με τον αετό στο ουδέτερο σημείο, στο ζενίθ, στην ουσία δηλαδή ο χώρος που ο αετός μπορεί να πετάξει.
Power zone: το τμήμα δευτερόπριμα από τον αναβάτη, όπου η δύναμη του αετού είναι στο μέγιστο.
Projected area: το μέγεθος της επιφάνειας της κάθετης προβολής του αετού, όταν αυτός έχει πάρει το τελικό του σχήμα.
Pumping: το πέταγμα του αετού σχηματίζοντας οκτάρια για τη δημιουργία δύναμης ικανής να τραβήξει τον αναβάτη, για να πλανάρει ή για να κάνει διάφορους ελιγμούς.
Ράχη της πτέρυγας: η επάνω πλευρά της πτέρυγας, όπως ονομάζεται στην αεροδυναμική.
Ram Air: αετοί με μορφή πτέρυγας χωρίς σταθερό σκελετό, οι οποίοι παίρνουν το σχήμα τους, ενώ πετούν από τον αέρα, που εισέρχεται στις κυψέλες, που δημιουργούν κάθετοι νομείς από υφάσμα, που ενώνουν την πάνω με την κάτω επιφάνεια του υφάσματος της πτέρυγας.
Reactive lines: ειδική, κατοχυρωμένη από την WIPIKA, συνδεσμολογία σχοινιών. Με την έλξη τους επιτυγχάνεται η ανάποδη απογείωση του αετού.
Ripstop: είδος υφάσματος και πιο συγκεκριμένα, το ripstop αναφέρεται στα ενισχυμένα νήματα μέσα στο ύφασμα, τα οποία κάνουν το ύφασμα ανθεκτικό σε σχισίματα, γιατί μία σχισμή θα σταματήσει στο συγκεκριμένο νήμα μόνο και δεν θα επεκταθεί.
Rocker: η ευθεία γραμμή κατά μήκος του κάτω μέρους του σκάφους, που χαρακτηρίζει το πόσο είναι ανασηκωμένη η πρύμνη αυτού, στοιχείο που χαρακτηρίζει το σκάφος ως περισσότερο γρήγορο, με καλύτερα όρτσα, καλύτερη στροφή, χρήση για κύματα ή για flat νερό.
Σπηλιάδα (gust): απότομη αυξομείωση της ταχύτητας του ανέμου για μικρό χρονικό διάστημα
Σπηλιαδωτός άνεμος: όταν αλλάζει γρήγορα και απότομα η ταχύτητα και/ή η διεύθυνση του ανέμου.
Safety leash: ο ιμάντας ασφαλείας, που συνδέει τον αναβάτη με τον αετό, αφού αυτός αφήσει τη μάτσα. Σημείο σύνδεσης είναι είτε ο καρπός είτε ο γάντζος του αναβάτη. Από το σχοινί αυτό, ο αναβάτης μπορεί να ξανατραβήξει τη μάτσα προς το μέρος του, για να απογειώσει τον αετό.
Scoop: η ευθεία γραμμή κατά μήκος του κάτω μέρους του σκάφους, που χαρακτηρίζει το πόσο είναι ανασηκωμένη η πλώρη αυτού.
Side – shore άνεμος: όταν η κατεύθυνση του ανέμου είναι παράλληλη προς τη γραμμή της ακτής.
Snap shackle: μεταλλικός σύνδεσμος ασφαλείας, που απασφαλίζει με το τράβηγμα ειδικού μοχλού σε περίπτωση κινδύνου για να απελευθερώσει τον αναβάτη από τον αετό.
Span – εκπέτασμα: η απόσταση από το ένα ακροπτερύγιο του αετού στο άλλο.
Spin out: όταν η υδροδυναμική ροή του νερού παύει να υπάρχει γύρω από τα φινάκια του σκάφους αυτά δεν λειτουργούν πλέον για να το κατευθύνουν. Το σκάφος συνεχίζει να κινείται πλαγιοσθαίνοντας σε απροδιόριστες πορείες χωρίς ασφάλεια.
Φαινόμενη δύναμη ανέμου: ο άνεμος, όπως αυτός γίνεται αντιληπτός ότι πνέει. Για τον αετό και τον αναβάτη ο φαινόμενος άνεμος δημιουργείται από την κίνησή των ιδίων σε συνδυασμό με τον πραγματικό άνεμο. Διαφέρει σε κατεύθυνση και σε ταχύτητα εξαιρουμένης της περίπτωσης, που δεν κινείται ο αετός ή ο αναβάτης Π.χ. εάν ο πραγματικός άνεμος είναι Β 10 κόμβους και ο αετός κινείται Α με 10 κόμβους, τότε η φαινόμενη δύναμη του ανέμου στον αετό είναι ΒΑ στους περίπου 14 κόμβους. Η διεύθυνση του φαινομένου ανέμου μετατοπίζεται προς την κατεύθυνση της πλεύσης όσο αυξάνει η ταχύτητα.
Spectra: είδος σχοινιού στο οποίο η πλέξη των ινών του δίνει χαρακτηριστικά υψηλής αντοχής χωρίς να του επιτρέπει καμιά παραμόρφωση σε μήκος. Χρησιμοποιείται τόσο σαν leader line σε διατομή 4mm με όριο θραύσης 390-650 κιλά όσο και σαν power line με διατομές που ποικίλλουν από 1,5 – 1,9 mm και με διαφορετικά όρια θραύσης από 180-250 κιλά.
Spreader bar: το μεταλλικό τμήμα του γάντζου από όπου συνδέεται ο αναβάτης με τον αετό.
Stall – απώλεια στήριξης: όταν το οριακό στρώμα του αέρα που κινείται πάνω στον αετό ταράσσεται και ξεκολλά απο αυτόν παύει έτσι να παράγεται άντωση και να στηρίζεται ο αετός, με αποτέλεσμα την πτώση του.
Strut: τα κάθετα μπαλόνια του αετού.
Τριμαριστήρι :στους 4-line αετούς, είναι ο ιμάντας, που ενώνει τα μπροστινά σχοινιά του αετού στο κέντρο της μάτσας. Προσαρμόζοντας το μήκος, τριμάρεται ο αετός αλλάζοντας τη γωνία προσβολής του ανέμου (ΑΟΑ), δίνοντας κατ’επιλογήν λιγότερη ή περισσότερη δύναμη στον αετό.
Table top: φιγούρα, όπου κατά το άλμα ο αναβάτης φέρνει το σκάφος ανάποδα, με το κάτω μέρος (γάστρα) προς τον ουρανό.
Twin tip: σκάφος για kiteboarding, το οποίο οδηγείται και προς τις δύο κατευθύνσεις, χωρίς να απαιτείται μπότζα λόγω του συμμετρικού σχήματος του σκάφους.
Twin tip directional – mutant: μικρό directional σκάφος, με δύο μόνο δέστρες, που οδηγείται και ως twin tip. Απευθύνεται σε προχωρημένους αναβάτες λόγω της δύσκολης στροφής του.
Υπήνεμος – leeward: αναφέρεται στην πλευρά, που βρίσκεται μακρύτερα από εκεί που φυσά ο άνεμος.
Φουσκωτός αετός – inflatable kite: αετός με μπαλόνια, τα οποία φουσκώνονται πριν την απογείωση, ώστε ο αετός να πάρει το επιθυμητό του σχήμα.
Underpowered: όταν ο άνεμος δεν είναι αρκετός για το συγκεκριμένο μέγεθος αετού σε χρήση.
VARC: ‘Variable Aspect Ratio Concept‘. Πατέντα της Wipika, όπου κάθε μέγεθος αετού του ιδίου τύπου έχει διαφορετικό σχήμα και διαστάσεις και προσαρμοσμένο aspect ratio, ώστε να αποδίδει τα μέγιστα στις συνθήκες, που χρησιμοποιείται.
Χείλος προσβολής – leading edge: το κεντρικό μπαλόνι των φουσκωτών αετών, που αποτελεί το πρώτο τμήμα του αετού που έρχεται σε επαφή με τον αέρα.
Χείλος εκφυγής – trailing edge: το πίσω μέρος των αετών, από όπου εκφεύγει με ομαλή ροή ο αέρας που κινείται πάνω στην πτέρυγα.
Wakeboard: σκάφος για kiteboarding, παρεμφερές με τα σανίδια του wakeboarding, το οποίο χρησιμοποιείται με μπότες αντί για απλές δέστρες, έχει πολύ μικρό μήκος (136-150 εκ.), είναι πολύ λεπτό και έχει πολύ λίγα λίτρα.
Waterstart: η στιγμή που ο αναβάτης ξεκινά από το νερό, βάζοντας τον αετό στον αέρα, για να πάρει την απαιτούμενη δύναμη, ώστε να σηκωθεί και να πλανάρει στην επιφάνεια του νερού.